Τα Μέλη του Συνδέσμου Ναυτικών Πρακτόρων Κύπρου εκφράζουν έντονα την ανησυχία και δυσφορία τους μετά την ειλημμένη και ξαφνική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου σε ότι αφορά το πλάνο προσωρινής ανάθεσης της διαχείρισης του λιμανιού Λάρνακας σε ιδιωτική εταιρεία.
Μια απόφαση η οποία πάρθηκε εν μέσω της τρέχουσας διαδικασίας δημόσιας διαβούλευσης παρακάμπτοντας και το λεπτομερές πλάνο που έχει κατατεθεί από την Αρχή για διαχείριση και ανάπτυξη του λιμανιού.
Μια απόφαση η οποία, εκτός απροόπτου, δεν εξυπηρετεί σε κανένα βαθμό τους χρήστες του λιμανιού, ούτε δε τους δημότες Λάρνακας που περιμένουν να δουν την πόλη διαμέσου του λιμανιού να αναπτύσσεται και δυστυχώς ούτε τις επιχειρήσεις, τις βιομηχανίες και τα κυπριακά νοικοκυριά που θα καλούνται να πληρώνουν έμμεσα τις ενδεχόμενες νέες μεγάλες αυξήσεις στα λιμενικά τέλη.
Η μόνη λογική εξήγηση που δικαιολογεί τη λήψη τέτοιας απόφασης, αποτελεί η προσπάθεια μετακύλησης του κόστους υπέρβασης του πλαφόν που αναλογεί σε εκατομμύρια ευρώ ανά έτος, την οποία καλείται μέχρι στιγμής να πληρώνει το Κράτος στον ιδιώτη διαχειριστή του τερματικού πολλαπλής χρήσης του λιμανιού Λεμεσού, βάση ρήτρας που προνοείται και εφαρμόζεται στη σύμβαση παραχώρησης.
Το υπό αναφορά κόστος με βάση τους όρους της προκήρυξης θα κληθεί ενδεχόμενα να αναλάβει η νέα (όχι κατ’ ανάγκην) ιδιωτική εταιρεία που θα της δοθεί η προσωρινή διαχείριση του λιμανιού Λάρνακας, ή, πολύ απλά, βάση κοινής λογικής θα επιχειρήσει - με δική της ευθύνη και λογοδοσία πλέον - να μειώσει τον όγκο εργασίας του λιμανιού ώστε να μην ξεπερνάει το πλαφόν των 900.000 τόνων ετησίως.
Πέραν τούτου, ο νέος ιδιώτης διαχειριστής θα έχει υποχρέωση να προσλάβει και πάλι σε προσωρινή βάση τους υπαλλήλους απερχόμενης διαχειρίστριας εταιρείας ,που σήμερα έχουν μεταφερθεί στην ΑΝΕΤΕΛ.
Όλα αυτά, ενώ τα πλείστα σύγχρονα λιμάνια ανά το παγκόσμιο αναπτύσσονται και προχωρούν σε επενδύσεις σε ετήσια βάση, για να μπορούν να εξυπηρετούν και να είναι βιώσιμα.
Αντιθέτως στην περίπτωση του λιμανιού Λάρνακας, με βάση πάντοτε την επίσημη ανακοίνωση του Υπουργείου για μη υποχρέωση επενδύσεων και πλάνο προσωρινής διαχείρισης, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι για την επόμενη -το λιγότερο-πενταετία, το λιμάνι θα υπολειτουργεί και θα οδηγείται σε κατάρρευση με καπετάνιο ένα προσωρινό διαχειριστή (ουδέν μονιμότερο), ο οποίος θα έχει μοναδικό σκοπό το βραχυπρόθεσμο κέρδος.
Κερδοφόρα είναι και η Αρχή Λιμένων σήμερα, την οποία δυστυχώς δείχνει να προκρίνει η Κυβέρνηση ως μη ικανή να διαχειριστεί το λιμάνι.
Μια Αρχή Λιμένων η οποία διαθέτει την τεχνογνωσία δεκάδων ετών στην διαχείριση και λειτουργία λιμένων και που διακαώς ζητά με τεκμηριωμένο πλάνο-που καταλήγει στις ελληνικές καλένδες- να διαχειριστεί (και όχι απλά να προωθήσει τρίτους) με το δικό της κατάλληλο προσωπικό, με επενδύσεις σε κατάλληλο εξοπλισμό και υποδομές, όπως οφείλει να πράξει, τόσο το λιμάνι της Λάρνακας όσο και του Βασιλικού διαμέσου μιας αειφόρου, βιώσιμης και περιβαλλοντικά συνειδητοποιημένης ανάπτυξης.
Άραγε που θα οδηγηθούν τα λιμενικά κόστη για τις εισαγωγές εκατομμυρίων τόνων σιτηρών για ανθρώπινη και ζωική βρώση, για το οικοδομικό σίδηρο και τα παρεμφερή φορτία του κατασκευαστικού κλάδου και για τις εξαγωγές εκατοντάδων χιλιάδων τόνων γύψου με αυτά τα δεδομένα και ποιανών το συμφέρον θα εξυπηρετείται με αυτές τις διευθετήσεις, έστω και σε προσωρινή βάση;
Που θα οδηγηθούν όλα αυτά τα εμπορεύματα και με ποιο κόστος και ποιο θα είναι το περιβαλλοντικό αποτύπωμα και ευρύτερο αντίκτυπο εάν αναγκαστούν έμμεσα τα “οχληρά” αυτά φορτία να μετακινούνται καθημερινά στον αυτοκινητόδρομο Λεμεσού-Λάρνακας;
Ποιο είναι το μέλλον του συνόλου των εργαζομένων στο λιμάνι;
Για ποιο λόγο εφόσον υπάρχει ήδη κατάλληλος και ικανός διαχειριστής που δηλώνει έτοιμος να εργαστεί και να επενδύσει για να εξυπηρετούνται πλοία, φορτία και επιβάτες απρόσκοπτα και με ανταγωνιστικές τιμές ενώ παράλληλα μπορεί να τρέξει χωρίς καθυστέρηση και αγκυλώσεις η όποια ανάπτυξη επιθυμούν οι φορείς για τη μαρίνα Λάρνακας, αποφασίζεται μονομερώς χωρίς καμία πραγματική διαβούλευση να αφεθεί το λιμάνι έρμαιο σε τρίτους χωρίς κανένα πλάνο ή κίνητρο και σε προσωρινή μάλιστα βάση;
Χωρίς να τασσόμαστε ενάντια της αρχής των ιδιωτικοποιήσεων και με τον προσήκοντα σεβασμό προς το Υπουργικό Συμβούλιο, θεωρούμε ότι όλα τα πιο πάνω είναι άξια απορίας εν έτη 2025 και θα πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη.
Ιδιαίτερα δε μετά τις αποτυχημένες προσπάθειες και τα σοβαρά λάθη του παρελθόντος όπως η επιβολή πλαφόν, περιορισμών και μεγάλων αυξήσεων στα λιμάνια μας τα τελευταία έτη σε μια οικονομία - που με εξαίρεση τις υπηρεσίες και τον τουρισμό - εξαρτάται κατά κύριο λόγο από το εμπόριο δια θαλάσσης.
Ευελπιστούμε ότι έστω και την ύστατη θα γίνουν οι αναγκαίες διευθετήσεις και θα ληφθούν οι δέουσες αποφάσεις από το Κράτος ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κατά, για το ευρύτερο καλό και το όφελος της λιμενικής βιομηχανίας, της πόλης της Λάρνακας, της ευρύτερης οικονομίας και όλων των συμπολιτών μας που πλήττονται όσο ποτέ άλλοτε σήμερα από την ακρίβεια και τον πληθωρισμό.
The Cyprus Shipping Association (CSA) was established in 1945, to provide a professional forum for the Shipping Agents of Cyprus. In 1954, following its registration under the provisions of the local Trade Unions Law, the Association became the official body representing the profession of the Shipping Agent in Cyprus. The Members of the Association are the leading and long established Shipping Agencies in the island.
The main aims of the Cyprus Shipping Association are:
As the spokesman for the Shipping Agents in Cyprus, the Cyprus Shipping Association ensures that its voice is heard on public issues affecting its members and contributing to the solution of all their problems. The Association also acts as liaison, negotiator and representative for its members in their dealings with the Government, the Legislature, the Port Authorities, the Department of Customs, the Business Community, the Trade Unions and all other interested parties.
With the Shipping Agent being actively involved in the operation and marketing of the Cyprus Ports, the Cyprus Shipping Association plays an important role in port affairs, taking part in the formation of policies applied and the solution to problems arising. The Association maintains close links with other local and international professional bodies pursuing common objectives. Its international affiliations include membership of the Federation Of National Associations of Ship Brokers and Agents (FONASBA), the Baltic and International Maritime Council (BIMCO) and the the International Cargo Handling Co-ordination Association (ICHCA). At local level it is a member of the Cyprus Chamber of Commerce and Industry (C.C.C.I) and the Employers and Industrialists Federation of Cyprus (E.I.F).
The Cyprus Shipping Association further provides its members with a platform for the exchange of professional experiences of common interest and acts as a centre for the collection, evaluation and distribution of information on local and international developments relevant to the profession and the port industry in general. In a day and age of revolutionary changes and of enormous growth in competition, the Association places increased emphasis on the upgrading of the skills of its members and their staff, the technological advancement of their operations and the strategic planning of their activities.